25 Σεπ 2013

H κωμωδία της χρονιάς έχει και συνέχεια


Στη θέα του “Wrecking Ball” της Miley Cyrus, εμείς εδώ αντιδράσαμε με ένα «τς τς» κι ένα κάπως σοβαρό –δήθεν προβληματισμένο, τέλος πάντων- κείμενο. Στον κόσμο του Vine, που τα πάντα λέγονται με εικόνες (άρα χίλιες λέξεις, άρα χιλιάδες λέξεις, αφού χωράνε πολλές εικόνες), οι αντιδράσεις ήταν ξεκαρδιστικές. Αφιερωμένη σε όλους εσάς, τους απτόητους fans της Miley Cyrus, η δεκάδα με τα καλύτερα Vines – παρωδίες του πιο πολυσυζητημένου videoclip της χρονιάς:
 

Αλλά επειδή το Vine δεν είναι ποτέ αρκετό, πάρε και το κορυφαίο όλων, από το YouTube:


(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

23 Σεπ 2013

Arctic Monkeys - AM

Arctic Monkeys
AM
(Σεπτέμβριος 2013)



Το φαινόμενο Arctic Monkeys το αντιμετώπιζα πάντοτε με επιφυλακτικότητα. Έχω μπόλικη κατανόηση για την ανάγκη της επόμενης από τη δική μου γενιάς να αποθεώνει τους δικούς της σοφιστικέ One Direction, αλλά δυσκολευόμουν τόσα χρόνια να αναγνωρίσω καλλιτεχνικά μεγαλεία και άλλα τέτοια. Οι Arctic Monkeys για μένα ήταν πωρωμένοι πιτσιρικάδες, ιδανικοί για να συγκινούν άλλους πωρωμένους πιτσιρικάδες –αλλά μέχρι εκεί.

Το 2008, βέβαια, η θεωρία μου αυτή κάπως συγκλονίστηκε. Το άλμπουμ των Last Shadow Puppets, του side project του frontman των Arctic Monkeys, Alex Turner, ήταν απλά απίστευτο. Ένα χρόνο αργότερα, όμως, οι ίδιοι οι Monkeys κυκλοφόρησαν το “Humbug”. Aν το ντεμπούτο τους, το “Whatever People Say I Am, That’s What I’m Not” και το “Favourite Worst Nightmare” τα έβρισκα χαοτικά, το “Humbug” το βρήκα αφόρητα πληκτικό. Κάτι που είναι 10 φορές χειρότερο.

Τι στο διάολο συνέβαινε με τους Arctic Monkeys; Το 2011 τα πράγματα μπερδεύτηκαν ακόμη περισσότερο. Ο Alex Turner έβγαλε μόνος του το φανταστικό soundtrack του “Submarine” και με τη μπάντα του το αδιάφορο (αν και εμφανώς πιο επεξεργασμένο και έξυπνο από τα τρία του παρελθόντος τους, “Suck It And See”). Η νέα μου θεωρία ήταν ότι το παιδί έχει ταλέντο, αλλά η πολλή δημοκρατία στο συγκρότημά του τού κάνει κακό.

Δεν ξέρω αν το “AM” γράφτηκε και ηχογραφήθηκε υπό πιο δικτατορικές συνθήκες, αλλά για μένα είναι το καλύτερο από τα πέντε άλμπουμ που έχουν βγάλει οι Arctic Monkeys ως τώρα. Με παραγωγή καλογυαλισμένη, μακριά από το θορυβώδες ξεκίνημά τους, με ιδέες που βγάζουν στη φόρα ξανά τις επιρροές του Turner (όπως τόσο μαγικά είχε κάνει στο “The Age Of The Understatement” με τους Last Shadow Puppets) και με ατμόσφαιρα που πολλές φορές μοιάζει μ’ αυτή του “Submarine”.

Τι έχει αλλάξει στους Arctic Monkeys και μού αρέσουν τώρα πια; Τρία πράγματα: Πλέον έχουν πραγματική αυτοπεποίθηση και δεν την κρύβουν πίσω από εφηβικές μαγκιές και προσποιητό κωλοπαιδισμό. Πλέον είναι περισσότερο σέξι και κομψοί, παρά επιτηδευμένα ατημέλητοι. Πλέον οι στίχοι του Turner και οι δικές του ιδέες γενικότερα βρίσκονται σε πρώτο πλάνο σε σχέση με την εξέλιξη των υπόλοιπων στοιχείων της μπάντας. Και το παιδί αυτό (όχι και τόσο παιδί πια -έφτασε αισίως τα 27), έχει όντως τεράστιο ταλέντο.

Μου αρέσει να παρακολουθώ την εξέλιξη καλλιτεχνών. Προτιμώ να παρακολουθώ κάποιον να γίνεται καλύτερος όσο μεγαλώνει, παρά να αποδεικνύεται μετεωρίτης που έλαμψε νωρίς και έσβησε μετά. Οι Arctic Monkeys από «φαινόμενο» έγιναν πια μια καλή rock μπάντα. Μπορεί ο ντόρος γύρω τους να είναι μικρότερος τώρα, αλλά αυτό είναι καλό. Μας επιτρέπει να τους απολαύσουμε περισσότερο.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

22 Σεπ 2013

Η ιστορία ενός τραγουδιού: The Rolling Stones (I Can't Get No) Satisfaction


Το βράδυ της 6ης Μαΐου του 1965, χάος επικρατούσε στο στάδιο Jack Russell στο Clearwater της Φλόριντα, κατά τη διάρκεια του σόου των Rolling Stones. Ήταν η πρώτη τους περιοδεία στις ΗΠΑ. Και τα καινά δαιμόνια που έφερναν μαζί τους αυτοί οι φωνακλάδες νεαροί από το Λονδίνο ανάγκασαν την τοπική αστυνομία να στείλει αρκετούς άντρες της για να εποπτεύσουν το χώρο (δύο χρόνια αργότερα, κάτι αντίστοιχο έγινε και στην Αθήνα). Από τους 3.000 ανθρώπους που μαζεύτηκαν για να παρακολουθήσουν τη συναυλία, η συντριπτική πλειονότητα ήταν οργισμένα νιάτα, που θεώρησαν την παρουσία και μόνο της αστυνομίας ως απίστευτη πρόκληση. Ο καβγάς ξέσπασε πριν καν βγουν οι Stones στη σκηνή. Έπαιξαν μόνο τέσσερα κομμάτια. Μετά η Aστυνομία εκκένωσε το στάδιο.

Ο Keith Richards, βέβαια, είχε προλάβει να γίνει λιώμα. Με το που έφτασε στο ξενοδοχείο που διέμενε η μπάντα, το Jack Tar Harrison Hotel (σήμερα, ως Fort Harrison Hotel, ανήκει στους Σαϊεντολόγους και φιλοξενεί συνέδρια της εκκλησίας τους) κατέρρευσε στο κρεβάτι του. Ξύπνησε αργά τη νύχτα με ένα σκοπό κολλημένο στο κεφάλι του. Ήταν ένα riff που έμοιαζε πολύ με το ρυθμό του “Dancing in the Streets” των Martha & The Vandellas. Σηκώθηκε, πήρε την ακουστική κιθάρα του, άνοιξε το φορητό μαγνητόφωνό του, ηχογράφησε αυτό που τον ξύπνησε και ξαναγύρισε στο κρεβάτι. Η μαγνητική ταινία χωρούσε περίπου 45 λεπτά ήχου. Το επόμενο πρωί ο Richards ανακάλυψε 3 λεπτά ενός επαναλαμβανόμενου riff στην κιθάρα και 42 λεπτά ενός επαναλαμβανόμενου ροχαλητού. Νύσταζε τόσο πολύ που είχε ξεχάσει να πατήσει το stop.

«Το “(I Can’t Get No) Satisfaction” ήταν το τραγούδι που έκανε τους Rolling Stones μεγάλους. Αυτό που μας μετέτρεψε από μία ακόμη μπάντα σε μια μεγάλη, σε μια τεράστια μπάντα. Έχει ένα πολύ πιασάρικο τίτλο. Ένα πολύ πιασάρικο riff. Έχει φοβερή κιθάρα, κάτι που ήταν πρωτότυπο για την εποχή του. Και πιάνει ένα θέμα των καιρών, κάτι που ήταν πολύ σημαντικό για τέτοιου είδους τραγούδια. Μιλά για την αποξένωση»: Αυτά έχει πει ο Mick Jagger για το κομμάτι που εμνπεύστηκε (ή σχεδόν έκλεψε) ο Richards στον ύπνο του και που έμελλε να γίνει το πρώτο No 1 των Stones στις ΗΠΑ και ένα από τα πιο ευπώλητα rock singles όλων των εποχών.


Στις ΗΠΑ, το κομμάτι κυκλοφόρησε μόλις ένα μήνα μετά το διάλειμμα στον ύπνο του Richards. Άργησαν να το κυκλοφορήσουν στην πατρίδα τους, γιατί ήθελαν να έχουν επιστρέψει από την αμερικανική τους περιοδεία και να το στηρίξουν με ζωντανές εμφανίσεις –έτσι δούλευαν τα πράγματα τότε. Είχε ήδη γίνει Νο 1 στις ΗΠΑ πριν γυρίσουν στο Λονδίνο, οπότε το κοινό πίσω στην πατρίδα το περίμενε με τρελή αγωνία. Με το που κυκλοφόρησε κι εκεί, τον Αύγουστο του 1965, πέταξε αμέσως από την κορυφή των charts ένα άλλο θρυλικό, κομμάτι, το “I Got You Babe” των Sonny & Cher και έγινε, έτσι, το τέταρτο Νο 1 single για τους Rolling Stones στη Μεγάλη Βρετανία.

Το συγκρότημα το υποστήριξε κρατώντας του περίοπτη θέση σε όλες τις συναυλίες του, αλλά δεν μπορούσε να το παίξει όπως ήθελε στις ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές του εμφανίσεις. Υπήρχαν κάποια πράγματα στους στίχους του, που απλά θεωρούνταν πολύ επικίνδυνα για το status quo της εποχής. Η λογοκρισία έκοβε ολόκληρες στροφές κάθε φορά που η μπάντα προσπαθούσε να το παίξει μπροστά σε ευρύτερο κοινό. Μπορεί οι στίχοι του Jagger να μιλούν κυρίως για την εμπορικοποίηση των πάντων και τα… βάσανα του να είσαι celebrity, αλλά ο τίτλος τους, η ρίμα με το “girl reaction” και το σχόλιο ότι ένα κορίτσι που έχει περίοδο βρίσκεται σε “losing streak”, έκαναν όλο τον κόσμο να θεωρεί πως το “Satisfaction” ήταν απλά ένα κομμάτι γεμάτο σεξουαλικά υπονοούμενα.

Η ειρωνεία με το κομμάτι ήταν ότι ο εμπνευστής του, ο Keith Richards, δεν συνειδητοποίησε την πραγματική του δυναμική. Έχοντας ηχογραφήσει με την ακουστική κιθάρα, του είχε δώσει μια folk χροιά σ’ εκείνη την πρώτη, πρόχειρη καταγραφή του. Του είχε κολλήσει, επίσης, ότι απλά είχε αντιγράψει τις Martha & The Vandellas και δεν ήθελε να το κυκλοφορήσουν σε single. Το θεωρούσε αρκετά ανόητο και επιφανειακό τραγούδι. Όλα άλλαξαν όμως, όταν χρησιμοποιήθηκε παραμόρφωση στην κιθάρα. Ήταν ένα από τα πρώτα τραγούδια της ιστορίας (και σίγουρα το πιο διάσημο) που το fuzzbox έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στον τελικό του ήχο. Ο τρόπος που ο Richards χρησιμοποίησε την ηλεκτρική παραμόρφωση στην κιθάρα απετέλεσε επανάσταση και έδειξε το δρόμο για τη συνέχεια της rock.

Ένα χρόνο αργότερα, πάντως, ο Otis Redding έβγαλε σε κυκλοφορία τη δική του εκδοχή του κομματιού. Αντί για ηλεκτρική κιθάρα έβαλε πνευστά. Ο Richards ενθουσιάστηκε με την διασκευή αυτή, που έμοιαζε πολύ περισσότερο μ’ αυτό που κι ο ίδιος είχε στο μυαλό του για το “Satisfaction”. Πράγμα που αποδεικνύει ακόμη μια φορά ότι ακόμη και οι επαναστάτες, δεν πιστεύουν τόσο στις δικές τους επαναστάσεις, μέχρι να τους πείσουν οι γύρω τους… Για την ιστορία, εκτός από τον Ottis Redding, το κομμάτι έχουν ηχογραφήσει αρκετοί ακόμη: oι Residents, οι Devo και βέβαια η Britney Spears, μεταξύ άλλων.

Τα δικαιώματα, εξάλλου, για το “(I Can’t Get No) Satisfaction” δεν ανήκουν στους δημιουργούς του. Κάποια στιγμή, ψάχνοντας τον τρόπο να γλιτώσουν τη βαριά βρετανική φορολογία, έκαναν ένα συμβόλαιο με τον Αμερικανό δικηγόρο Allen Klein που «ήξερε από αυτά». Από το 1965 μέχρι το 1969 ο Klein κατάφερε να ελέγχει όλα τους τα έσοδα. Για να τον ξεφορτωθούν, οι Stones συμφώνησαν να του δώσουν τα πνευματικά δικαιώματα για τα κομμάτια που είχαν γράψει μέχρι τότε…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

21 Σεπ 2013

10 apps που θα σε κάνουν ν’ αγαπήσεις περισσότερο το Twitter


Για κάποιους το Twitter είναι η καλύτερη ευκαιρία να επιδείξουν την απίστευτη ευφυία τους. Λακωνικοί, χαβαλέδες ή είρωνες, πυροβολούν ακατάπαυστα με σφαίρες των 140 χαρακτήρων. Για άλλους είναι η απόλαυση να διαβάζουν τους πρώτους. Και για τη μάζα είναι ένα ακόμη από τα social media (δηλαδή ένα πιο ανεπτυγμένο chat με μοναδικό σκοπό το σεξ). Και οι τρεις κατηγορίες χρηστών, πάντως, θα βρουν κάτι χρήσιμο στις 10 εφαρμογές ή υπηρεσίες που παρουσιάζουμε πιο κάτω. Γιατί το Twitter κρύβει πολλά μυστικά που αξίζει να ξεκλειδώσουν:


SnapBird
Μια μηχανή αναζήτησης για το Twitter. Ό,τι πιο χρήσιμο δηλαδή.

MyFirstTweet
Βάλε το username σου και βρες τι είχες τουιτάρει για πρώτη φορά ή ψάξε ανάμεσα στα εκατομμύρια tweets των άλλων για να τους εκθέσεις.

InTweets
Μια εφαρμογή για να οργανώνεις τα ενδιαφέροντά σου –τόσο στο ποστάρισμα όσο και στην ανάγνωση.

Bioischanged.com
Σου σερβίρει οποιαδήποτε αλλαγή προκύψει στα προφίλ αυτών που ακολουθείς. Φωτογραφίες, περιγραφές και ό,τι άλλο συνδέεται με το λογαριασμό τους, δεν θα σου ξεφύγει ποτέ ξανά.

ManageFlitter
Εργαλείο για διαφημιστές και εγωπαθείς. Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, ποια είναι η καλύτερη ώρα για να τουιτάρω;

FavStar
Γι’ αυτούς που θέλουν να ξέρουν τι συζητιέται περισσότερο.

Hootsuite
H πιο γνωστή posting σουίτα για τα Social Media, που σου επιτρέπει να ποστάρεις όποτε θες και πολλά άλλα κόλπα που βασανίζεσαι να κάνεις από το ίδιο το Twitter ή το Facebook.

TweetDeck
Ίσως ο καλύτερος Twitter client της αγοράς.

ByeByeBirdie
Σου λέει πότε και ποιος σε έκανε unfollow. Το τι θα κάνεις εσύ μετά για να τον εκδικηθείς είναι δικό σου θέμα.

Twitdom
Το app store του Twitter. Εκεί όπου αλιεύσαμε όλες τις παραπάνω εφαρμογές και που θα βρεις πολύ περισσότερες.

20 Σεπ 2013

Και τώρα ένα διάλειμμα για να (ξανα)δούμε γυμνή την Miley Cyrus


Κι όμως, έχουν περάσει μόλις πέντε χρόνια από αυτό:



Σκέψου τώρα να είσαι ο μπαμπάς αυτού του κοριτσιού και να λες «ποπο, τι ταλέντο που είναι η κοράκλα μου και τι όμορφα τραγούδια που λέει για τους εφηβικούς έρωτες και τι σπουδαία ανθρωπολόγος/ψυχολόγος/πρέσβειρα της UNESCO/πρόεδρος του ΟΗΕ/πρώτη γυναίκα Πάπας θα γίνει» και ένα βράδυ του Αυγούστου στα καλά καθούμενα να σε παίρνανε τηλέφωνο και να σου λέγανε ότι στα MTV VMA έχει την κόρη σου και τρίβεται πάνω σε κάτι μιστεριτζήδες με τα εσώρουχα και αυνανίζεται με κάτι αρκουδάκια (εκείνα, τα λούτρινα, που της έκανες δώρο κάθε χρόνο στη γιορτή της και που νόμιζες ότι της άρεσαν ακόμη) και ότι όλος ο κόσμος μιλάει τώρα για τα οπίσθιά της.

Από αυτά που έλεγες προ πενταετίας, θα κρατούσες μόνο το «ποπο», κι αυτό θα περιέπλεκε ακόμη περισσότερο τα πράγματα γιατί κάποιοι θα το διάβαζαν σαν «πωπό» και θα λέγανε «καλά αυτό το κορίτσι για να έχει καταντήσει τόσο απελπισμένο και θλιβερό και pathetic που λένε, κάτι στραβό θα έπαιζε στο σπίτι του». Κι εσύ θα σκέφτεσαι ότι ίσως αν τις της είχες βρέξει λίγο παραπάνω στον πωπό, να την είχες σώσει από την κατάντια αυτή.

Αλλά τελικά δεν θα γλίτωνες το εγκεφαλικό γιατί λίγες μέρες αργότερα από τον λόγο που σε έκανε να κλειδαμπαρωθείς στο εξοχικό σου μέσα σ’ ένα πλατανόδασος στη Γιούτα, χωρίς τηλέφωνο, ηλεκτρικό (και ίσως και νερό) για να αποφύγεις τα σχόλια των γύρω σου, θα χτυπούσε ξαφνικά η ημιξεχαρβαλωμένη σου πόρτα και ένας γείτονας (από την καλύβα στην άλλη άκρη του δάσους, 18 μίλια μακριά) θα έβγαζε από το κυνηγετικό του τζάκετ το smartphone του για να σου δείξει το νέο video clip της κόρης σου. Αφού πρώτα σου έλεγε ότι το έχει σκηνοθετήσει ο Terry Richardson.

Σου άρεσε όταν χάζευες την Kate Upton να χοροποηδά με το μαγιώ και να βγαίνει με βρεγμένο μπλουζάκι από την πισίνα, γερομπισμπίκη ε; Έλα όμως που αυτός ο Terry δεν έχει όρια. Πάρε τώρα τη Miley Cyrus (ναι, όντως μόλις πέντε χρόνια μετά το “7 Things”) να καβαλά τσιτσίδι μια Wrecking Ball και να γλείφει σφυριά, επιδεικνύοντας τον πωπό της.




Ό,τι και να λέμε, πάντως, στο κορίτσι αξίζει αιώνιο respect για (το μπλουζάκι που φοράει σε) αυτό το sideboob.


(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

16 Σεπ 2013

Κολυμπώντας στη θάλασσα του Spotify Radio


Αν δεν κάνω λάθος, σταμάτησα να ακούω συστηματικά ραδιόφωνο το 1994. Ή όποια χρονιά έκλεισε ο Ρόδον 94,4 FM, τέλος πάντων. Μέχρι το τέλος εκείνης της δεκαετίας έβαζα καμμιά φορά το tuner του αυτοκινήτου στο Γ’ Πρόγραμμα ή στον Kosmos, αλλά δεν ήξερα απ’ έξω παραγωγούς, προγράμματα, τηλέφωνα επικοινωνίας κλπ. Πήγαινα προς τα εκεί μόνο και μόνο επειδή μπορεί να είχα καθυστερήσει λίγο παραπάνω από όσο άντεχα να φτιάξω μια νέα κασέτα ή αργότερα να κάψω ένα νέο CD για το δρόμο. Στο σπίτι, το ραδιόφωνο δεν άνοιγε ούτε για πλάκα.

Όλη αυτή η αποστροφή είχε τα καλά και τα κακά της. Ραδιόφωνο, όπως υπονόησα και πιο πάνω, δεν είναι μόνο οι μουσικές που ακούς εκεί. Είναι και οι παραγωγοί του, η φιλοσοφία τους, αυτά που λένε και σε ενθουσιάζουν ή σε τσαντίζουν. Είναι και οι υπόλοιποι ακροατές. Την επαφή με αυτό το κομμάτι της κοινωνίας, πραγματικότητας, ανθρωπότητας ή πώς στο καλό το λένε την έχασα για τα καλά. Μια στο τόσο συντονίζομαι στους Laternative και μπαίνω στο chat για να πω καμιά χαζομάρα, αλλά κι αυτό είναι περιστασιακό.

Τα καλά, όμως, ήταν πιο πολλά. Έχοντας αφήσει οριστικά πίσω μου την ανάγκη, ή την επιθυμία έστω, για οποιαδήποτε καθοδήγηση στην επιλογή της μουσικής, διάβασα περισσότερο, ανοίχτηκα πιο τολμηρά, έμαθα και άκουσα πράγματα που δεν θα είχα αντιληφθεί ποτέ αν συνέχιζα να είμαι ακροατής ραδιοφώνου. Εξέλιξα την τέχνη του mixtape σε βαθμό που να αναγνωρίζω πια τα ταξίδια μου βάσει της μουσικής που άκουγα κατά την διάρκειά τους, ψάχτηκα σε προγράμματα και μηχανήματα, ήρθα σε ωραία επικοινωνία με κόσμο που ενδιαφέρθηκε να ρωτήσει τι ήταν αυτό που άκουγα στο γραφείο –στην ουσία τι ήταν αυτό που έπαιζε το δικό μου ραδιόφωνο.

Και, ναι, εννοείται ότι από νωρίς γνώρισα τον κόσμο του streaming audio, όλων αυτών των sites και των εφαρμογών που σού έβαζαν ασταμάτητα τραγούδια με βάση τη διάθεσή σου, το είδος μουσικής που διάλεγες ή τους αγαπημένους σου καλλιτέχνες. Από το Spinner ως τον Last.fm ήταν μακρύς ο δρόμος. Αλλά πάντα, κάπως απογοητευτικός. Τα ίδια και τα ίδια επέστρεφαν πολύ πιο συχνά απ’ όσο το επιθυμούσα και όλες οι εφαρμογές έμοιαζαν να ξεμένουν από ιδέες πολύ πιο γρήγορα από όσο ήθελα.

Εδώ και κάποιες μέρες είμαι ένας ευτυχής κάτοχος λογαριασμού στο Spotify. Ας πούμε ότι το «δοκιμάζω» για την εισαγωγή του, πολύ σύντομα, στην Ελλάδα. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, εγώ κόλλησα με την πιο απλή υπηρεσία του. Με το Radio. Ξεκίνησα με Portugal. The Man, που επιμένω ότι έχουν βγάλει το δίσκο του 2013 ως τώρα και στα 10 πρώτα τραγούδια που μού σέρβιρε το Spotify ως απάντηση στην επιλογή μου, είχα 6 άγνωστες λέξεις. Αλλά η μουσική ήταν άριστη. Ήταν αυτό ακριβώς με το οποίο θα συνόδευα τους Portugal. The Man σε ένα υποθετικό δικό μου DJ set. Συνέχισα για ώρες και το αποτέλεσμα ήταν μαγευτικό.

Το ότι η database του Spotify τα περιέχει σχεδόν όλα, είναι γνωστό. Το ότι ο αλγόριθμος του ραδιοφώνου του μπορεί να λειτουργεί τόσο σωστά σ’ αυτόν τον ωκεανό πληροφορίας, όμως, δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο. Ακόμη και κάτι να πήγαινε στραβά, το Spotify σού δίνει το δικαίωμα να πηδήξεις τα κομμάτια που δεν σου κολλάνε. Όσες φορές θες, όσο γρήγορα θες, όσο συχνά θες. Καμία σχέση με το Pandora, δηλαδή, που σε αναγκάζει να παρακολουθήσεις σχεδόν απαρέγκλιτα το πρόγραμμα που διάλεξε για σένα. Αν είσαι και λίγο μερακλής (εγώ ομολογώ ότι δεν είμαι πολύ interactive σε αυτά), βαθμολογείς και αυτά που ακούς, βοηθώντας την εφαρμογή να σε καταλάβει περισσότερο. Προς το παρόν –και ως νέος φίλος της- την προκαλώ να με ανακαλύψει μόνη της. Χωρίς βοήθεια. Και το παιχνίδι μας με ικανοποιεί απόλυτα. Αυτή τη στιγμή που μιλάμε, ας πούμε, ανακαλύπτω χάρη στο Spotify Radio τους Neutral Milk Hotel. Ψάξ’ τους λίγο και θα καταλάβεις για πόσο ενδιαφέρουσα νέα σχέση μιλάμε…

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

13 Σεπ 2013

Φθινοπώριασε



Ο καιρός είναι ακόμη καλοκαιρινός, αλλά το φθινόπωρο είναι εδώ. Το φέρνουν τα τραγούδια.




Earth, Wind and Fire – “September”
Ένα τραγούδι για όσους πιστεύουν ότι ο Σεπτέμβριος πρέπει να μετράει στο καλοκαίρι και όχι στο φθινόπωρο. Επίσης, μια ιδανική, ομαλή εισαγωγή σε αυτά που θα ακολουθήσουν.



Animal Collective – “What Would I Want? Sky”
Έρχεται από το EP “Fall be Kind” (Φθινόπωρο, να είσαι καλό μαζί μου), και μοιάζει με το πρωτοβρόχι που θέλει να χαλάσει το πάρτυ των Earth, Wind & Fire, αλλά δεν το παίρνει και απόφαση.



Frank Sinatra – “September Song”
Η επιβλητική φωνή του Frankie αναλαμβάνει να εκπληρώσει αυτό που οι Animal Collective άφησαν στη μέση. Καλεί τα μαύρα σύννεφα να μαζευτούν πάνω από τα κεφάλια μας, κρατώντας όμως την θερμοκρασία σε ιδιαίτερα ψηλά επίπεδα…



Green Day – “Wake Me Up When September Ends”
Μελαγχολικό για το θάνατο του καλοκαιριού και κάπως μίζερο (μέσα σ’ αυτή την εφηβική αναγέννηση των Green Day πριν λίγα χρόνια) παραμένει ένα από τα πιο όμορφα κομμάτια της μπάντας, μια γερή μπόρα που σε βάζει απότομα στους ρυθμούς της νέα εποχής.



Neil Young – “Harvest Moon”
Αφού ξεσπάσει ο ουρανός, η βροχή ηρεμεί και γίνεται σταθερή, απαλή, με ένα ελαφρό αεράκι να δροσίζει την ατμόσφαιρα. Σαν την κιθάρα και τα ντραμς του Neil Young, παρέα με αυτό το «ούουου» πίσω από τη φωνή του.




Yves Montand – “Les Feuilles Morts”
Ο ορισμός του φθινοπώρου. Αλλά μην τα λέω δεύτερη φορά. Διάβασε εδώ.



The White Stripes – “Dead Leaves And The Dirty Ground”
Μπήκαμε πια για τα καλά στο φθινόπωρο, τέρμα το πάνω κάτω στη θερμοκρασία, την ποσότητα του νερού και τη δύναμη του αέρα. Τα στοιχειά της φύσης έχουν εναρμονιστεί πια και παίζουν όλα μαζί White Stripes.



The Mamas and the Papas – “California Dreamin’”
…και συνεχίζουν με κάτι παλιό και καλό: «All the leaves are brown, and the sky is gray...» και «on such a winter’s day». Ωχ! Πότε χειμώνιασε κιόλας;



Ella Fitzgerald & Louis Armstrong – “Autumn in New York”
Κοινώς, ας προετοιμαζόμαστε για τα χιόνια σιγά σιγά…



Antonio Vivaldi – “4 Εποχές: Φθινόπωρο”
Και για να συνοψίσουμε: Allegro - Adagio Molto. Κοινώς, ξεκινάμε γρήγορα, τσαχπίνικα, λαμπερά και μετά πάμε αργά, σταθερά και χαλαρά. Έως και πολύ αργά, βαριά και μελαγχολικά. Τα είχε ρυθμίσει όλα ο Vivaldi από το 1723.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

12 Σεπ 2013

John Murry - The Graceless Age

John Murry
The Graceless Age
(Ιούλιος 2012)


Το μοτίβο είναι γνωστό. Αποκαλυπτικοί στίχοι, με βάθος ψυχής, αλλά απρόσμενα ρηχοί ώρες ώρες, όταν αυτό που θες να πεις πρέπει να σοκάρει και όχι να υπονοηθεί απλά. Μουσική βαριά, σχεδόν καταθλιπτική. Όταν αυτοψυχαναλύσαι και περιγράφεις το μπέρδεμά σου με τα ναρκωτικά και τις λοιπές ουσίες, μουσικά το κάνεις με συγκεκριμένο τρόπο. Σ’ αυτό το επίπεδο ο John Murry –αγνώστων λοιπών στοιχείων, πέραν του ότι είναι από το Μισισιπή και έχει κάποια συγγένεια με τον William Faulkner– δεν πρωτοτυπεί.

Αλλά αυτό που έχει στήσει στο “Graceless Age”, με όλα τα κλισέ της μορφής του και όλα τα δεδομένα μιας αφήγησης που έχεις ξανακούσει δεκάδες φορές, σε ξαφνιάζει με το πόσο ειλικρινές και καθηλωτικό μπορεί να ακουστεί. Ακριβώς επειδή δεν είναι κάτι καινούργιο, γι’ αυτό και είναι τόσο μεγαλειώδες. Πώς αυτός ο μουσικός που δεν έχουμε ξανακούσει ποτέ κατάφερε να αναμείξει όλα αυτά τα συνηθισμένα υλικά και να φτιάξει κάτι τόσο απρόσμενο, τόσο ξεχωριστό;

Νεκρομαντικό ρεαλισμό του αναγνωρίζει ο κριτικός του Guardian, Michael Hann, και ανάθεμα αν αυτός δεν είναι ο καλύτερος χαρακτηρισμός που θα διαβάσεις για το “Graceless Age”. Ο Murry έφτασε ένα κλικ πριν από τον θάνατο, επέπλευσε για λίγο σ’ ένα εφιαλτικό flatline, κι έκανε όντως όλη αυτή την εμπειρία στίχους και μελωδίες. Πίσω από την μελαγχολική του Americana και τις ηλεκτρικές ενέσεις που τη κρατούν στη ζωή εδώ κι εκεί με μερικά δυνατά κιθαριστικά riffs, υπάρχει μονάχα η ιστορία ενός ανθρώπου αποτυχημένου, τελειωμένου, ενός μηδενικού. Κι όμως, από αυτό το μηδενικό, έχει προκύψει ένα σχεδόν τέλειο δεκάρι.

(Για την ιστορία, ο δίσκος γράφτηκε πέρσι, κυκλοφόρησε τέτοια εποχή το 2012 στη Μεγάλη Βρετανία, αλλά σιγά σιγά άρχισε να γίνεται word of mouth και να ανακαλύπτεται φέτος την άνοιξη από τους συμπατριώτες του Murry και τον υπόλοιπο κόσμο. Όπως καταλαβαίνεις, ένα πραξικοπηματάκι στην Blogovision το Δεκέμβρη θα το στήσω, για να τον μετρήσουμε ως 2013. Γιατί εδώ έχουμε υλικό για πρωτιά).

(Γράφτηκε για το Jumping FIsh)

10 Σεπ 2013

Η ιστορία ενός τραγουδιού: Meat Loaf - I'd do anything for love (But I won't do that)


«Μια από τις ερωτήσεις που μου έχουν κάνει περισσότερες φορές στη ζωή μου είναι η εξής: Ποιο ήταν αυτό;» λέει και ξαναλέει ο Meat Loaf, 20 χρόνια μετά το τραγούδι που έδωσε κάποιο νόημα στη μουσική του ύπαρξη. Η απορία «ποιο ήταν αυτό;», που αναφέρεται στο περίφημο “but I won’t do that” του ρεφρέν και του τίτλου του “I'd Do Anything for Love (But I Won't Do That)” είναι πολύ μεγαλύτερης ουσίας απ’ όσο αρχικά φαίνεται. Για όλους εμάς, που δεν έχουμε μεγαλώσει με το The Rocky Horror Picture Show και το Bat Out Of Hell, τους λόγους δηλαδή για τους οποίους ο κακάσχημος Τεξανός έκανε όνομα στη βιομηχανία της διασκέδασης, είναι αυτή η απορία –βασανιστική και επαναλαμβανόμενη, δύο δεκαετίες τώρα- που μας κρατά απ’ το να ξεκαρδιζόμαστε στα γέλια κάθε φορά που ακούμε το όνομά του. Meat Loaf. Ρολό Κιμά.

Το 1993, όταν πια είχαμε MTV και μαθαίναμε πιο γρήγορα τι συνέβαινε στην άλλη άκρη του Ατλαντικού, ο Meat Loaf βρισκόταν 20 χρόνια μακριά από την καλή του εποχή, ολίγον ξεχασμένος, ολίγον γερασμένος. Χρειαζόταν ένα γερό comeback και του το έδωσε ο Jim Steinman. Το “I'd Do Anything for Love (But I Won't Do That)” ήταν ένα δωδεκάλεπτο έπος που καταχρηστικά μπορεί κανείς να το πει μέχρι και progressive rock, αλλά που στην ουσία ήταν μια γλειώδης μείξη ποπ, ροκ και οπερετικών στοιχείων με βασικότερο στόχο να λειτουργήσει σαν μια μίνι ταινία στο MTV και να φέρει πίσω τους fans του Meat Loaf που ετοίμαζε τότε το “Bat Out of Hell II: Back Into Hell”.


Τα κατάφερε. Με ένα videoclip (σκηνοθετημένο από τον Michael Bay των “Armageddon”, “Pearl Harbor” και “Transformers”) που σε έβαζε σε ένα α λα Edgar Allan Poe περιβάλλον και μπόλικα μυστήρια να μας ψαρώνουν ακόμη περισσότερο (π.χ. το κορίτσι που τραγουδούσε τις τελευταίες έξι στροφές αναφερόταν απλά ως “Mrs. Loud” στα credits) το κομμάτι έφτασε στο Νο 1 σε 28 χώρες. Στις περισσότερες από αυτές το όνομα Meat Loaf δεν είχε ξανακουστεί, ούτε θα ξανακουγόταν ποτέ ξανά στην ιστορία. Ήταν το απόλυτο one hit wonder. Πούλησε μπόλικα εκατομμύρια singles, ήταν το πιο ευπώλητο κομμάτι στη Μεγάλη Βρετανία πριν 20 χρόνια και παραμένει ακόμη και σήμερα το 7ο πιο δημοφιλές ποπ πράγμα (sic) που κυκλοφόρησε ποτέ στη Γερμανία.

Η απορία για το «ποιο ήταν αυτό;» στους στίχους λύθηκε αρκετά γρήγορα, αφού ο Meat Loaf δεν ήθελε να την διατηρήσει ανάμεσα στα μυστήρια του τραγουδιού. Σε μια επίδειξη κακών αγγλικών, τα διάφορα “but I won’t do that” αναφέρονταν στον τελευταίο στίχο της κάθε στροφής πριν το ρεφρέν. Το αυτό ήταν στην ουσία τέσσερα πράγματα: (I won’t) forget the way you feel right now / forgive myself if we don't go all the way tonight / do it better than I do it with you, so long / stop dreaming of you every night of my life.

Για να ολοκληρωθεί η γελοιότητα του πράγματος, το κομμάτι κορυφώνεται στο φινάλε με τον απόλυτο διάλογο: Η “Mrs. Loud” (που τελικά ήταν κάποια Lorraine Crosby, και στο video clip τα φωνητικά της έκανε lipsynch η συμπρωταγωνίστρια του Meat Loaf, Dana Patrick) του πετάει την ατάκα “sooner or later you’ll be screwing around”. Eκείνος ουρλιάζει με έμφαση “I won’t do that”. Τι περισσότερο να περιμένει κανείς από ένα ρολό κιμά;

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

8 Σεπ 2013

Κράτα με!


Στα εκτενή road trips που πραγματοποίησα το φετινό καλοκαίρι και που ευθύνονται για τη μακρά απουσία μου από το παρόν site, είχα την ευκαιρία να επανεκτιμήσω μερικά από τα αγαπημένα μου τραγούδια του 2013 ως τώρα. Δύο από αυτά που αγκυλώθηκαν στο soundtrack των διακοπών μου (κατσικώθηκαν καλύτερα) είχαν ένα ιδιαίτερο κοινό στοιχείο. Το «κράτα με».

Το “Everlasting Arms” των Vampire Weekend μοιάζει εφηβικά ερωτικό, αλλά μάλλον πρόκειται για ένα σύγχρονο fusion gospel, ενώ το “In Your Arms Awhile” του (λατρεμένου μου) Josh Ritter είναι τίμια, βλάχικα αγαπησιάρικο. Ο Ritter μάλιστα επιμένει στο μοτίβο των χεριών που αρπάζουν και κρατούν σφιχτά στην αγκαλιά τους τον άλλον, αφού στο ίδιο άλμπουμ (το υπέροχο “The Beast in Its Tracks”) έχει συμπεριλάβει και το “In Your Arms Again”.

Τέλος πάντων, και τα δύο έχουν το “Arms” στον τίτλο και το “Hold Me” στους στίχους, μιλώντας για μια από τις πιο συμβολικές κινήσεις αγάπης που μπορεί να συναντήσει κανείς στον παγερό κι απάνθρωπο κόσμο μας. Καμία σύνδεση δεν είχαν με τις διακοπές μου και τα μποφόρ και τις μπότζες και τις φουσκάλες στα χέρια, πέραν του soundtrack που λέγαμε παραπάνω, αλλά τώρα που επέστρεψα στο κλεινόν άστυ και το ξανασκέφτηκα, με πήγαν ένα βήμα παραπέρα: Για άλλους, που το καλοκαίρι δεν σημαίνει windsurfing, οι θερινοί έρωτες είναι ένα σπορ υπέροχο. Και μερικές φορές επικίνδυνο. Που χρειάζεται κι αυτό το soundtrack του. Τι καλύτερο από ένα Top 10 (+1 bonus) με κομμάτια που βροντοφωνάζουν «Κράτα με»; (Αφού, ως γνωστόν, κανείς ποτέ δεν κρατά κανέναν καλοκαιρινό έρωτα, αλλά φροντίζει να εξαφανιστεί ωσάν καπνός με το που σκάσουν τα πρωτοβρόχια…)



Vampire Weekend – “Everlasting Arms”
Τα είπαμε και παραπάνω: Χαρωπό gospel σε αφροκαραϊβικούς ρυθμούς. Αχταρμάς ιδανικός για καλοκαίρι.



Josh Ritter – “In Your Arms Awhile”
Με το “Hold Me” να κυριαρχεί από το πρώτο δευτερόλεπτο που η φωνή του Josh μπαίνει στο παιχνίδι, αυτό το κομμάτι καταφέρνει να ξεπεράσει ακόμη και το προηγούμενο σε επίπεδο ανεβαστικότητας (sic) και να γίνει το απόλυτο must hear της λίστας.



Fleetwood Mac – “Hold Me”
Από την ακραία pop περίοδο των Fleetwood Mac, εκεί στις αρχές των ‘80s, ένα τραγούδι που χορεύεται ήρεμα, μεθυσμένα, με ένα κοκτέιλ στο χέρι και την αύρα του θερινού έρωτα, που ήδη φλερτάρει με το επόμενό του θύμα ένα νησί μακριά, να πλανάται στην ατμόσφαιρα.




Savage Garden – “Hold Me”
Το κύκνειο άσμα μιας μπάντας που κανονικά δεν θα έπρεπε να έχει υπάρξει ποτέ. Το μήνυμα του τελευταίου τους single δεν κατάφερε να κρατήσει τα μέλη της μαζί. Και καθόλου δεν μας πείραξε αυτό.



Duran Duran – “Hold Me”
Ένα κομμάτι από το δεύτερο άλμπουμ που αγόρασα ποτέ (το πρώτο ήταν το “So” του Peter Gabriel, γιατί είμαι τόσο μα τόσο ψαγμένος), έτσι απλά για να το γεμίσουμε με αναμνήσεις.



She & Him – “Hold Me, Thrill Me, Kiss Me”
Αλλά ας αφήσουμε κατά μέρος την νοσταλγία και ας βουτήξουμε κατευθείαν στην αγκαλιά της Zooey Deschanel. Από το τρίτο της άλμπουμ με τον M. Ward που βγήκε φέτος και δεν του έχουμε δώσει ακόμη τη σημασία που του πρέπει.



The Black Keys – “Hold Me In Your Arms”
Από το μακρινό 2003 όταν οι hipsters δεν είχαν ανακαλύψει ακόμη τους Black Keys κι εκείνοι έπαιζαν ανενόχλητοι τα βρώμικα, τεμπέλικα blues-rock του Νότου…



Mumford & Sons – “Hopeless Wanderer”
Το πιο ωραίο τραγούδι από το περσινό τους “Babel” φτάνει στην κορύφωσή του στο 1:48, εκεί που λέει –τι άλλο;- «Κράτα με σφιχτά».



Yeasayer – “O.N.E”
Από τα πιο αγαπημένα μου τραγούδια (και video clips) του 2010, με το “Hold Me” να κυριαρχεί στο γεφυράκι πριν το ρεφρέν.



Johnny Logan – “Hold Me Now”
Φοβήθηκες ότι θα το ξέχναγα; Αλήθεια φοβήθηκες ότι θα το ξέχναγα;

BONUS TRACK (ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΜΕ ΓΕΡΑ ΝΕΥΡΑ)


OtherView – “Κράτα Με Σφιχτά”
Η ελληνική προσθήκη τσιχλόφουσκα στη λίστα.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)

6 Σεπ 2013

Η ιστορία ενός τραγουδιού: Crosby, Stills & Nash - Suite: Judy Blue Eyes


Το σωτήριο έτος 1968, όταν συνέβαιναν πολλά και θαυμαστά πράγματα, ο David Crosby, o Stephen Stills και ο Graham Nash ήταν όλοι τους μέλη σημαντικών συγκροτημάτων. Eίχαν ήδη χαράξει μια αξιοπρόσεκτη καριέρα και είχαν μπόλικη δόξα να μαζέψουν ακόμη, αλλά και από τους τρεις τους έλειπε κάτι.

Ειδικά από τον Stephen Stills, κιθαρίστα και τραγουδιστή των Buffalo Springfield έλειπαν πολλά. Μπορεί η μπάντα του να είχε γράψει μερικά από τα εμβληματικότερα κομμάτια των ταραγμένων ‘60s, αλλά γενικά το συγκρότημα δεν διένυε και την καλύτερή του περίοδο όσον αφορά στις διαπροσωπικές σχέσεις των μελών του. Ειδικά αυτές των δύο ιδρυτών του, Stephen Stills και Neil Young, ήταν ιδιαίτερα τεταμένες. Ο πρώτος αποβλήθηκε από το σύστημα των Buffalo Springfield λίγο πριν το καλοκαίρι.

Η σχέση του με την Judy Collins έπαιζε σίγουρα ρόλο. Τρελά ερωτευμένος μαζί της, έδειχνε πολύ περισσότερο ενδιαφέρον να την πλαισιώσει ως κιθαρίστας στο δικό της “Who Knows Where The Time Goes” εκείνης της χρονιάς, παρά να εργαστεί σε νέο υλικό για τη δική του μπάντα. Μόνο που η γαλανομάτα ιέρεια της folk δεν αισθανόταν το ίδιο για τον Stills. Τα πράγματα περιεπλάκησαν ακόμη περισσότερο όταν η Collins, που ανέβαινε και στο σανίδι ενίοτε, γνώρισε τον Stacey Keach, με τον οποίον συμπρωταγωνιστούσε στην παράσταση “Peer Gynt” που ανέβασαν στο πλαίσιο του New York Shakespeare Festival εκείνο το καλοκαίρι. Τον ερωτεύθηκε ακαριαία. Και, ως γνωστόν, ο έρωτας και ο βήχας δεν κρύβονται…

O Stills ξαφνικά ένιωσε τον κόσμο να χάνεται κάτω από τα πόδια του. Όλα έδειχναν ότι ο Σεπτέμβριος θα τον έβρισκε χωρίς δουλειά και χωρίς γκόμενα (όπερ και συνέβη). Σε μια τελευταία, απέλπιδα προσπάθεια να κρατήσει κοντά του την Judy Collins, κάθισε και σκάρωσε την σουίτα που μιλά για τα μπλε της μάτια. Το “Suite: Judy Blue Eyes” αποτελείται στην ουσία από τέσσερα μικρά τραγούδια που εκφράζουν ακριβώς την κατάσταση και την ψυχολογία του Stills εκείνη την περίοδο. Με στίχους όπως «Πρέπει να το φωνάξω ότι νιώθω μοναξιά» και «Μην αφήνουμε το παρελθόν να μας θυμίζει αυτό που δεν είμαστε πια» πίστευε ότι θα καταφέρει να λυγίσει την Judy Collins και να την κρατήσει κοντά του. Το πιο βασικό του όμως πρόβλημα ήταν ότι όλα έδειχναν ότι δεν θα είχε μπάντα για να ηχογραφήσει το κομμάτι και να της το αφιερώσει.

Ο David Crosby, κιθαρίστας των θρυλικών The Byrds, τα είχε σπάσει με τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ προς τα τέλη του 1967 και ζούσε μια μποέμικη ζωή σε αυτό που έμοιαζε με ανεργία (ο Gram Parsons έδειχνε ότι είχε ήδη πάρει τη θέση του στη μπάντα). Το περίφημο εκείνο καλοκαίρι του 1968 βρέθηκε τυχαία με τον Stills στη Φλόριντα και σύντομα καβάλησαν το ιστιοπλοϊκό του κι άρχισαν να περνάνε το χρόνο τους τζαμάροντας με τις κιθάρες τους. Η χημεία ήταν άμεση.

Ο Graham Nash ήταν Βρετανός. Μέλος των The Hollies, μιας από τις σημαντικότερες μπάντες του “British Invasion”, γνωριζόταν ήδη από το 1966 με τον Crosby, και όταν το 1968 οι Hollies περιόδευαν στην Καλιφόρνια, συναντήθηκε ξανά μαζί του και συζήτησαν το ενδεχόμενο συνεργασίας. Λίγο αργότερα, οι τρεις τους πια, συναντήθηκαν σε ένα πάρτυ στο σπίτι της Cass Elliot των The Mamas & the Papas και βρέθηκαν να τζαμάρουν παρέα. Ο Nash ενθουσιάστηκε και –νιώθοντας πια ότι η καριέρα του με τους Hollies είχε τελματώσει- πρότεινε στους άλλους δύο να σχηματίσουν μια μπάντα.

Το ντεμπούτο τους πήρε το όνομα του γκρουπ τους, που με τη σειρά τους πήρε τα… επώνυμά τους: Crosby, Stills & Nash. Κυκλοφόρησε την άνοιξη του 1969 και περιείχε –μεταξύ άλλων- και τρία κομμάτια που είχαν γραφτεί το προηγούμενο καλοκαίρι, όταν οι τρεις τους δεν ήξεραν ακόμη πού θα τους οδηγούσε η μοίρα. Το “Wooden Ships”, που το είχαν συνθέσει οι Crosby και Stills τις ημέρες της «ιστιοπλοϊκής» τους παρέας. Το “You Don’t Have To Cry”, που ήταν άλλη μια από τις μαραζωμένες δημιουργίες του Stills όταν έχανε την Collins. Και το περίφημο “Suite: Judy Blue Eyes”.


Η Judy Collins, βέβαια, βρισκόταν ήδη αρκετά μακριά. Ο Stills την είχε χάσει πριν καν έρθει το φθινόπωρο του ‘68. Την αντικατέστησε όμως με ένα έρωτα μεγαλύτερο. Οι Crosby, Stills & Nash (αργότερα Crosby, Stills, Nash & Young, αφού ο Neil Young προστέθηκε στο σχήμα ως κιμπορντίστας, ξαναβρίσκοντάς τα με τον Stephen Stills το 1969 και γράφοντας ιστορία ως κουαρτέτο πια στο φεστιβάλ του Woodstock) άντεξαν μαζί δισκογραφικά μέχρι το 1999, ως το πιο διάσημο και μακρόβιο supergroup στην ιστορία της folk.

(Γράφτηκε για το Jumping Fish)